Σε μια αίθουσα γεμάτη από γυναικείες και κουίρ οργανώσεις, ομάδες και άτομα ξεκίνησε προχθές, 17 Νοέμβρη, στο Πρωτοδικείο Αθηνών η δίκη της 40χρονης Τ., που κατηγορείται για την ανθρωποκτονία του 42χρόνου Γ.Μ. με τον οποίον συμβίωνε και την κακοποιούσε. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, στις 8 Αυγούστου του 2016, η κατηγορούμενη κατά τη διάρκεια διαπληκτισμού με τον σύντροφο της, του επιτέθηκε με μαχαίρι συνολικού μήκους 14 εκατοστών και με μήκος λάμας μόλις 6,5 εκατοστών, καταφέρνοντάς του ένα τραύμα κάτω από την αριστερή κλείδα και ένα στο αριστερό μπράτσο. Το θύμα κατέληξε τελικά από μετεγχειρητική επιπλοκή δύο εβδομάδες αργότερα.
Αφού αναγνώστηκε το κατηγορητήριο, η Πρόεδρος της σύνθεσης Μαλαματή Πετκανά την ρώτησε αν μιλάει ελληνικά και η Τ. απάντησε με εμφανή δυσκολία ότι είναι σε θέση να καταλάβει. Παρότι ήταν προφανές, τόσο για το ακροατήριο όσο και για τους παράγοντες της δίκης, ότι τα ελληνικά της δεν επαρκούν για να κατανοήσει τη γλώσσα σε βαθμό που να μπορεί να υπερασπιστεί στοιχειωδώς τον εαυτό της, το δικαστήριο δεν θεώρησε σκόπιμο να διορίσει διερμηνέα.
Χαρακτηριστικό της ανεπαρκούς γνώσης της γλώσσας ήταν ότι δεν κατάφερε να τοποθετηθεί αρχικά επί των κατηγοριών, αναγκάζοντας τον συνήγορο υπεράσπισης να προβάλει ο ίδιος τη θέση της. Δήλωσε ότι η εντολέας του αρνείται την κατηγορία όπως αποδίδεται και ότι υπάρχει άμυνα, ή έστω υπέρβαση ορίων άμυνας, η οποία υπέρβαση προκλήθηκε λόγω του φόβου και της ταραχής από την επίθεση που δέχτηκε. Ότι δεν υπάρχει ανθρωποκτόνος δόλος, και ότι αμέσως μετά το συμβάν κάλεσε η ίδια σε βοήθεια, και πως το θύμα κατέληξε μετά από δέκα μέρες από μετεγχειρητική επιπλοκή. Ενημέρωσε το δικαστήριο ότι υπάρχει μειωμένος καταλογισμός, καθώς η κατηγορούμενη είχε νοσηλευτεί μερικούς μήνες πριν στο Δαφνί, και ενημέρωσε την έδρα ότι θα ζητήσει και το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, καθώς έχει λευκό ποινικό μητρώο, και αυτό της ανάρμοστης συμπεριφοράς του δράστη.
Πρώτος και μοναδικός μάρτυρας κατηγορίας κατέθεσε ο Χ.Α., ένας από τους αστυνομικούς της ομάδας ΔΙΑΣ που έφτασε στο σπίτι μετά από την κλήση που δέχτηκε το Κέντρο της Άμεσης Δράσης. Σύμφωνα με την κατάθεσή του, όταν έφτασαν η κατηγορούμενη είχε αίματα στα χέρια της και βρίσκονταν σε έξαλλη κατάσταση λέγοντάς τους ότι ο 42χρονος είναι μέσα και πεθαίνει. Όταν μπήκαν μέσα στο σπίτι εντόπισαν το θύμα γυμνό μέσα στα αίματα να έχει ακόμα τις αισθήσεις του. Κατέθεσε επίσης ότι η κατηγορούμενη δεν μπορούσε να συνεννοηθεί γιατί ήταν σε κατάσταση σοκ από το περιστατικό και ίσως, κατά την γνώμη του, και από ενδεχόμενη χρήση αλκοόλ. «Δεν υπήρχε τρόπος επικοινωνίας λόγω της ταραχής της», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στην ερώτηση αν ήταν χτυπημένη απάντησε ότι ήταν σκοτάδι και δεν μπορούσε να διακρίνει, και πως για αυτό θα μπορούσε να απαντήσει η Ασφάλεια που ανέλαβε την υπόθεση μετά. Ρωτήθηκε επίσης αν η κατηγορούμενη φορούσε ρούχα ύπνου και απάντησε πως τα ρούχα ήταν κανονικά και όχι ύπνου. Επίσης ρωτήθηκε αν υπήρχε αίμα στο κρεβάτι και απάντησε πως από όσο θυμάται στο κρεβάτι δεν υπήρχε αίμα. Στην ερώτηση αν το κρεβάτι ήταν σε κατάσταση που φανέρωνε κάποιου είδους πάλη απάντησε πως απλώς δεν ήταν στρωμένο.
Μετά κατέθεσε ο πρώτος εκ των δύο μαρτύρων υπεράσπισης H.R. από το Ιράκ, ο οποίος ζει στην Ελλάδα από το 2003. Ανέφερε πως γνώρισε την κατηγορούμενη το 2007-08 και το 2012 νοίκιασε σπίτι στο όνομά του για λογαριασμό της, καθώς η ίδια δεν διέθετε τα απαραίτητα νομιμοποιητικά έγγραφα ενώ αυτός είχε άσυλο. Μια μέρα, τον Απρίλη του 2016, πήρε τηλέφωνο και του είπε πως ζει με κάποιον Γιώργο (το μετέπειτα θύμα), που γνώρισε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της στο Δαφνί, και ο οποίος δεν φεύγει από το σπίτι ενώ η ίδια τον διώχνει. Τον ενημέρωσε επίσης ότι την κακοποιεί σχεδόν κάθε μέρα με μπουνιές και εικονικούς πνιγμούς. Ο ίδιος πήγε στο σπίτι της για να τον διώξει, και αφού δεν έφευγε κάλεσε την Άμεση Δράση, που ήρθε και απλά τον οδήγησε έξω από το σπίτι της Τ. χωρίς να τον προσαγάγει, ενώ συμπλήρωσε πως η κατηγορούμενη εκείνη την ημέρα ήταν χτυπημένη.
Η εκ δεξιών της Προέδρου σύνεδρος Ελένη Γκίνη ρώτησε τον μάρτυρα αν κατά τη γνώμη του το θύμα έπασχε από κατάθλιψη, για να σημειώσει, μόλις πήρε θετική απάντηση, πως τότε δεν θα μπορούσε να είναι βίαιος! Αμέσως ο συνήγορος υπεράσπισης ρώτησε τον ιρακινό μάρτυρα, ο οποίος δυσκολευόταν εμφανώς με τη χρήση της ελληνικής γλώσσας, αν γνωρίζει τι θα πει κατάθλιψη, για να πάρει αρνητική απάντηση προκαλώντας τις δίκαιες αποδοκιμασίες του κοινού σε βάρος της συνέδρου.
Έπειτα ο συνήγορος υπεράσπισης ενημέρωσε την έδρα πως έχει ζητήσει από τη ΓΑΔΑ έγγραφο από το βιβλίο συμβάντων που να πιστοποιεί κλήση της Άμεσης Δράσης στις 24/4/2016 για περιστατικό καταγγελίας της κατηγορούμενης σε βάρος του θύματος. Κατήγγειλε επίσης πως η ΓΑΔΑ αρνήθηκε να το χορηγήσει, επικαλούμενη την προστασία προσωπικών δεδομένων του θύματος.
Ακολούθησε η αίτηση προς το δικαστήριο να διατάξει το ίδιο την προσκόμιση του σχετικού εγγράφου. Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα υιοθετώντας το σκεπτικό του εισαγγελέα Ιωάννη Κουτρή, βάσει του οποίου η υπεράσπιση δεν έχει προσκομίσει τη σχετική αίτηση προς την ΓΑΔΑ (φύσει αδύνατον αφού η αίτηση είναι στη ΓΑΔΑ και δεν προβλέπεται η έκδοση αντίγραφου!), καθώς επίσης επειδή, κατά τη γνώμη του, δεν είναι κρίσιμο για την υπόθεση.
Η διαδικασία συνεχίστηκε με τη δεύτερη και τελευταία μάρτυρα υπεράσπισης Ε.Κ., με μεταπτυχιακή ειδίκευση στις σπουδές φύλου, η οποία κατέθεσε ότι γνώρισε την κατηγορουμένη μετά το συμβάν μέσω του Μωβ (Σωματείο Γυναικείων Δικαιωμάτων) που έχει δομές στις γυναικείες φυλακές. Ανέφερε πως λίγες μέρες μετά την προφυλάκιση τηςΤ. ξεκίνησαν να μιλάνε τηλεφωνικά και αργότερα άρχισε να την επισκέπτεται. Κατέθεσε επίσης ότι μέχρι το θύμα τελικά να καταλήξει στο νοσοκομείο από μετεγχειρητική επιπλοκή, η ίδια η Τ. δεν πίστευε ότι τελικά θα πεθάνει, και μόλις αυτό έγινε για πολύ καιρό αρνούνταν να το πιστέψει.
Συνεχίζοντας την κατάθεσή της, σημείωσε ότι έχει εργαστεί σε διάφορους οργανισμούς που ασχολούνται με κακοποιημένες γυναίκες και με την εμπειρία της διαπίστωσε πως η Τ. έχει όλα τα χαρακτηριστικά της κακοποιημένης γυναίκας. Η πρόεδρος συνεχώς διέκοπτε την μάρτυρα, κάνοντάς της ερωτήσεις για τα περιστατικά όπως αυτά της τα περιέγραψε η Τ., και δεν της επέτρεπε να καταθέσει αυτά που γνώριζε και αυτά για τα οποία ήρθε να καταθέσει με την επιστημονική της ιδιότητα. Έπειτα από ένα ρεσιτάλ ρατσιστικών υπονοούμενων της Προέδρου κατά της κατηγορούμενης και μια αγωνιώδη προσπάθεια στρέβλωσης των γεγονότων, όπως προέκυπτε να έχουν συμβεί με βάση την κοινή πείρα, κατέληξε να ρωτήσει τη μάρτυρα για ποιο λόγο να μην φύγει από την σχέση αν την κακοποιούσε, παίρνοντας αμέσως την απάντηση ότι θα πρέπει να μιλήσουμε για το πώς λειτουργούν οι κακοποιητικές σχέσεις και αυτό το δικαστήριο δεν αφήνει χώρο για κάτι τέτοιο, φέρνοντας την Πρόεδρο σε εμφανή αμηχανία.
Τη δυσθυμία και τις αποδοκιμασίες του ακροατηρίου προκάλεσαν ορισμένα σχόλια τόσο του εισαγγελέα Ιωάννη Κουτρή, που αναρωτήθηκε γιατί η κατηγορούμενη δεν πήγαινε στη χώρα της αφού την κακοποιούσε ο φίλος της, υπονοώντας ότι ανεχόταν την κακοποίηση στοχεύοντας σε οικονομικό όφελος, όσο και της εκ δεξιών της προέδρου σύνεδρου Ελένης Γκίνη, που δήλωσε ότι με μόλις πέντε μήνες κακοποίησης δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για χρόνια κακοποίηση.
Στην απολογία της η Τ. αρχικά είπε πως ζει στην Ελλάδα τα τελευταία δέκα χρόνια εργαζόμενη ως καθαρίστρια σπιτιών. Ανέφερε επίσης ότι όρχισε να αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα όταν έχασε τη μητέρα της, η οποία είχε αναλάβει τη φροντίδα του 17χρονου γιού της που ζει στη Ρωσία, με αποτέλεσμα να νοσηλευτεί για κάποιες ημέρες στο Δαφνί. Εκεί γνωρίστηκε με τον 42χρονο, που επίσης νοσηλευόταν γιατί αντιμετώπιζε πρόβλημα αλκοολισμού. Εξήγησε ότι στην αρχή ήταν καλός και αποφάσισαν να ζήσουν μαζί στο σπίτι της, αλλά μετά από λίγες μέρες άρχισε να πίνει και να την χτυπάει.
Έπειτα αναφέρθηκε στα γεγονότα της επίμαχης μέρας με τη βοήθεια ερωτήσεων της Προέδρου σε σπαστά ελληνικά:
-Εκείνη την ημέρα όταν επέστρεψε στο σπίτι δεν καταλάβαινα τι έλεγε. Ήταν μεθυσμένος. Ζήταγε λεφτά για να πάρει δώρο στην κόρη του, που τη λένε Μαρία, επειδή πλησίαζε δεκαπενταύγουστος. Του είπα ότι δεν του δίνω και έγινε καβγάς. Με χτύπησε. Πρώτος καβγάς στο σαλόνι, του λέω δεν σου δίνω λεφτά, τα χρειάζομαι. Έγινε μεγάλη φασαρία. Με χτύπησε πολύ στο κεφάλι και σε όλο το σώμα.
-Δεν τρέξατε να γλιτώσετε;
-Ό,τι μπορούσα. Έβαλα τα χέρια μου. Μετά κάπνισε, και μετά πήγε να κάνει μπάνιο, και εγώ καθόμουν στη βεράντα, και μετά άρχισα να μαγειρεύω, και βγαίνει αυτός πάλι από το μπάνιο, και αρχίζει να κάνει φασαρία για τα λεφτά. Με πιάνει από το λαιμό και μου τραβάει τα μαλλιά από πίσω. Νόμιζα θα πνιγώ γιατί έσφιγγε πολύ. Φοβήθηκα πολύ. Κρατούσα το μαχαίρι επειδή μαγείρευα. Τηγάνιζα πατάτες. Τον χτύπησα δύο φορές, εδώ και εδώ (δείχνει στον ώμο και στο σημείο κάτω από την κλείδα).
-Γιατί δεν σταματήσατε την πρώτη φορά;
-Γιατί είχα πάθει σοκ.
-Πως αντέδρασε;
-Μετά πέφτει κάτω. Ήταν γυμνός από το μπάνιο, είχα πάθει σοκ. Δεν ήθελα να το κάνω αυτό. Τον ρωτάω τι θέλει. Μου λέει νερό. Του δίνω. Του λέω να σε βάλω στο κρεβάτι. Κάτω είχε πλακάκι, δεν έχω χαλιά κάτω. Προσπάθησα να τον βάλω στο κρεβάτι, ήταν βαρύς. Βλέπω αυτός άσπρισε. Βγαίνω έξω να φωνάξω βοήθεια, λέω να φωνάξουν ασθενοφόρο.
-Σας χτυπούσε κι άλλες φορές. Αυτή τη φορά ήταν πιο δυνατά από άλλες φορές;
-Ναι.
-Είχε πιει;
-Ναι
-Εσείς;
-Ένα ποτήρι κρασί.
Η απολογία συνεχίστηκε με τις ερωτήσεις του εισαγγελέα Ιωάννη Κουτρή
-Άλλες φορές σας είχε χτυπήσει;
-Ναι.
-Και τότε γιατί δεν το κάνατε άλλη φορά; Γιατί δεν πήρατε μαχαίρι άλλη φορά;
-Γιατί τότε μαγείρευα. Τότε το είχα στο χέρι.
-Για ποιο λόγο κάνατε την κίνηση με το μαχαίρι;
-Γιατί φοβήθηκα.
-Στην πρώτη απολογία σας στην αστυνομία αμέσως μετά το περιστατικό λέτε: Μετάνιωσα που τον χτύπησα, ήμουν νευριασμένη. Δεν λέτε: φοβήθηκα.
-Δεν ξέρω τι είπα. Δεν δούλευε καλά το μυαλό μου. Δεν ξέρω καλά ελληνικά.
-Αφού φοβόσασταν γιατί δεν φεύγατε;
-Πού να πάω; Στο δρόμο; Αφού το σπίτι ήταν δικό μου. Του έλεγα θα φωνάξω το 100. Δεν είχε πουθενά να πάει και συνεχώς γυρνούσε.
Αλγεινή εντύπωση στο ακροατήριο προκάλεσε η προσπάθεια του εισαγγελέα Ιωάννη Κουτρή να μπερδέψει την κατηγορούμενη χρησιμοποιώντας δύσκολες λέξεις, επισημαίνοντας συνεχώς ότι στην αρχική της απολογία στην αστυνομία, την οποία μάλιστα έχει υπογράψει, όπως τόνισε, περιγράφει τα γεγονότα διαφορετικά. Συγκεκριμένα ο εισαγγελέας προσπαθούσε να επιβάλει ένα αφήγημα, σύμφωνα με το οποίο η κατηγορούμενη μαχαίρωσε τον Γ.Μ. στον ύπνο του, σενάριο που είχε ήδη διαψευστεί από τα στοιχεία που κατέθεσε ο πρώτος μάρτυρας αστυνομικός της Άμεσης Δράσης.Την ίδια στιγμή ο εισαγγελέας δεν έκανε ούτε μισή αναφορά στο γεγονός ότι τόσο η προανακριτική απολογία στην αστυνομία όσο και αυτή στην ακροαματική διαδικασία δόθηκαν χωρίς διερμηνέα, με συνέπεια να υπάρχουν ανακρίβειες και αντιφάσεις.
Η δίκη διακόπηκε λόγο παρέλευσης ωραρίου. Θα συνεχιστεί την Πέμπτη 23/11/2017 στις 9:00 στην Β’ αίθουσα του Πρωτοδικείου Αθηνών με την πρόταση του εισαγγελέα, τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης και την απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου.
Μέχρι τότε το μόνο που έχει αποδειχτεί για άλλη μια φορά και σε αυτή τη δίκη είναι η απόσταση που χωρίζει τη δικαστική πραγματικότητα από τα διδάγματα της κοινής πείρας. Η επιβεβαίωση ή η διάψευση του παραπάνω συμπεράσματος μένει να φανεί στην απόφαση.