Τι συμβαίνει τελικά στη Λέσβο; Συγκλονίζει η καταγγελία κατοίκου
Κατάγομαι από την Λέσβο, από την περιοχή του Μολύβου, η οποία αποτελεί ενδεχομένως το σημείο της μαζικότερης αποβίβασης προσφύγων και μεταναστών στην χώρα την τρέχουσα περίοδο.
Οι περισσότεροι λίγο – πολύ γνωρίζουν πλέον για την έκταση του προσφυγικού προβλήματος γι’ αυτό και η καταγγελία αυτή αφορά ένα μικρό αλλά ελάχιστα προβεβλημένο κομμάτι του, αυτό της απάνθρωπης εκμετάλλευσης των ανθρώπων αυτών από την αποβίβασή τους στην ακτή μέχρι την καταγραφή τους στην άλλη άκρη του νησιού.
Η σύζυγός μου κι εγώ εργαζόμαστε ως Ιατροί στην Αθήνα και, όπως κάθε χρόνο επισκεφτήκαμε το νησί στο πλαίσιο ολιγοήμερων διακοπών. Από την πρώτη στιγμή, στη θέα των εκατοντάδων ανθρώπων στον επαρχιακό δρόμο Μήθυμνας – Μυτιλήνης που κουβαλούσαν στους ώμους και στην αγκαλιά τους τα μερικών μηνών παιδάκια τους κάτω από τον ήλιο για μια απόσταση 65 χιλιομέτρων αναρωτηθήκαμε το αυτονόητο: δεν υπάρχει κράτος, αστυνομία, στρατός, δήμος, ΚΤΕΛ, κάτι;
Μας πήρε δυο – τρεις μέρες για να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει. Τα παρακάτω δεν είναι ιστορίες και ανακριβείς αναφορές που ακούσαμε αλλά γεγονότα που έλαβαν χώρα μπροστά στα μάτια μας.
Οι περισσότεροι πρόσφυγες αποβιβάζονται στο βορειότερο σημείο του νησιού και συγκεκριμένα στις παραλίες τις περιοχής της Εφταλούς.
Κατά την άφιξη τους στην ακτή σχεδόν πάντα τους υποδέχεται η εγχώρια ”επιτροπή υποδοχής” που αποτελείται από εξαιρετικά επιδέξιους μάστορες, ικανοί στο να αφαιρούν την εξωλέμβια μηχανή από το φουσκωτό σε μερικά δευτερόλεπτα, αδιαφορώντας πλήρως για την παρουσία επιβατών στο σκάφος.
Για να αποφύγουν μάλιστα τους καυγάδες μεταξύ τους, παρότι έχουν οριοθετήσει την περιοχή της δικαιοδοσίας τους στην παραλία, τελευταία πλιατσικολογούν τα σκάφη από θαλάσσης με αποτέλεσμα οι επιβαίνοντες να κάνουν κουπί με τα χέρια για να βγουν στην ακτή.
Οι ίδιοι συντηρούν στην παραλία μάνδρες με μηχανές και βάρκες που θα μεταπωληθούν χωρίς χαρτιά σε ψαράδες και άλλους, επαγγελματίες ή μη. Όλα αυτά εις γνώσιν και υπό την επίβλεψη του λιμενικού, που ομολογουμένως έχει αυξημένο φόρτο εργασίας αυτόν τον καιρό.
Αφού λοιπόν πανηγυρίσουν οι άμοιροι μετανάστες τον λυτρωμό τους από τον πόλεμο και την είσοδο τους στην Ευρώπη με ζητωκραυγές, χειροκροτήματα και πετώντας σωσίβια στο αέρα, έχουν να αντιμετωπίσουν το επόμενο πρόβλημα: την μεταφορά τους στο χώρο καταγραφής που βρίσκεται 65 χιλιόμετρα μακριά.
Η νομιμότητα μεταφοράς προσφύγων είναι αμφιλεγόμενη.
Παρά την πρόσφατη τροποποίηση της παρ. 6 του άρθρου 30 του Ν. 4251/2014 με τον Ν. 4332/2015 οι αρχές ερμηνεύουν την εν λόγω εξαίρεση από το αξιόποινο με τρόπο που δεν περιλαμβάνει τους επαγγελματίες οδηγούς ταξί αποκλείοντας τη δυνατότητα χρήσης τους και αποτρέποντας αρκετούς ευσυνείδητους οδηγούς Ι.Χ. που θέλουν να βοηθήσουν.
Αυτό σε συνδυασμό με την τραγική ανεπάρκεια των λεωφορείων και την έλλειψη βοήθειας από την αστυνομία, το στρατό και την τοπική αυτοδιοίκηση δημιουργεί καθημερινά ένα ατέλειωτο καραβάνι που θυμίζει ντοκιμαντέρ για τον β’ παγκόσμιο πόλεμο ή την μικρασιατική καταστροφή.
Δυσκολεύομαι ιδιαίτερα προσπαθώντας να ξεχάσω τις εικόνες από αυτόν τον δρόμο.
Άνθρωποι φορτωμένοι με όλη την περιουσία τους σε ένα σάκο, κρατώντας με το ένα χέρι το ανήλικο παιδάκι τους και με το άλλο ικετεύοντας για μεταφορά ή για ένα μπουκάλι νερό.
Μητέρες με βρέφη και νεογνά στην αγκαλιά και ανάμεσά τους οι ντόπιοι και οι τουρίστες οδηγοί να κάνουν σλάλομ προσπαθώντας να αγνοήσουν το δράμα.
Φυσικά το διάσημο ελληνικό επιχειρηματικό μυαλό δεν θα μπορούσε να αφήσει μια τέτοια ευκαιρία να πάει χαμένη.
Κανείς δεν το βροντοφωνάζει, είναι όμως κοινό μυστικό ότι πολλοί κάτοικοι της περιοχής, συνήθως αργά τη νύχτα, στοιβάζουν κάποιες από αυτές τις ψυχές σε αυτοκίνητα, καρότσες και φορτηγάκια και τους μεταφέρουν έναντι του ”συμβολικού” ποσού των 40 έως και 100 ευρώ το κεφάλι.
Συχνά τους αφήνουν σε μέρη και δρόμους άσχετους με τον προορισμό τους θέλοντας να αποφύγουν τα βλέμματα των παρείσακτων ή κάποια ενδεχόμενη συνάντηση με την αστυνομία.
Προχθές κάποιος φόρτωσε καμιά δεκαριά άμοιρους στο μωβ βανάκι του και ένα χιλιόμετρο πιο κάτω, προφασιζόμενος μπλόκο αστυνομικών, τους κατέβασε και έφυγε παίρνοντας τις βαλίτσες τους, ό,τι είχε απομείνει από τη ζωή τους δηλαδή.
Οι περισσότεροι από αυτούς που ασχολούνται με το ”επάγγελμα” κρατούν χαμηλό προφίλ και απλά εξαφανίζονται παρατώντας στα μισά το ουζάκι τους που έπιναν σε κάποια ταβέρνα τις περιοχής, για να βγάλουν το μεροκάματο. Άλλοι όμως δηλώνουν ευθαρσώς ότι το κάνουν γιατί οι μετανάστες είναι ζώα, απατεώνες και εγκληματίες που προκαλούν επεισόδια και καταστροφές στον τόπο μας.
Είναι αλήθεια πως δεν είναι όλοι οι μετανάστες Σύριοι, και πως ανάμεσα στους υπόλοιπους περιστασιακά εντοπίζονται φυγάδες που μπαίνουν στην Ευρώπη εκμεταλλευόμενοι την απόλυτη απουσία ελέγχου, αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί τους ντόπιους επιτήδειους και τα εγκλήματα που διαπράττουν καθημερινά, θησαυρίζοντας σε βάρος ανήμπορων και απεγνωσμένων προσφύγων.
Πόσο καλύτεροι νομίζουν ότι είναι από τους Τούρκους δουλεμπόρους στους οποίους καταλογίζουν την απόλυτη απαξίωση της ανθρώπινης ζωής και τους καταδικάζουν καθημερινά;
Αυτή είναι η Ελλάδα του πολιτισμού και των μεγάλων φιλοσόφων, του ξενίου Διός και της φιλοξενίας. Αυτή είναι η Λέσβος της Σαπφούς και του Αλκαίου, του Τέρπανδρου και του Πιττακού, η Λέσβος των κατατρεγμένων και των προσφύγων της Σμύρνης. Φεύγοντας από το νησί νιώθω πραγματικά ντροπή για τον τόπο και τους συντοπίτες μου, που τόσο γρήγορα ξέχασαν τους πρόσφυγες παππούδες τους, που τόσο κλειστόμυαλα παραβλέπουν την πιθανότητα του να πάρουν σύντομα κι αυτοί το δρόμο της προσφυγιάς.
Γνωρίζοντας ότι αυτή η καταγγελία δεν πρόκειται να λύσει κανένα πρόβλημα, πιστεύω πως η πληροφόρηση μέσω αυτής έστω και λίγων πραγματικών ανθρώπων θα με κάνει να νιώσω. λιγότερο ένοχος.