Αφιέρωμα στην Έμμα Γκόλντμαν

Η Έμμα Γκόλντμαν, η πιο επικίνδυνη γυναίκα της εποχής της για το σύστημα και τις κατεστημένες νοοτροπίες, γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου 1869 σ’ ένα εβραϊκό γκέτο της Λιθουανίας, που τότε ήταν τμήμα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, στην Ρωσική επαρχία του Kovno (στη σημερινή Λιθουανία) από εβραίους γονείς. Οι γονείς της βέβαια σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να φανταστούν την εξέλιξη της κόρης τους. Όπως όλοι οι συντηρητικοί της εποχής περίμεναν πως η Emma θα παντρευόταν έναν ευυπόληπτο πολίτη, θα έκανε πολλά παιδιά και θα ανταποκρινόταν γενικά στα «καθήκοντά» που της είχαν ορίσει η κοινωνία και η θρησκεία.

Τα παιδικά της χρόνια τα πέρασε στην όμορφη και ήσυχη γερμανορωσική επαρχία του Kurland, όπου ο πατέρας της δούλευε ως κυβερνητικός υπάλληλος. Από τότε έγινε φανερός ο αντισυμβατικός της χαρακτήρας και η απέχθειά της για κάθε μορφής καταπίεση.
Γρήγορα κατάλαβε τι σημαίνει Κράτος: Είδε τον πατέρα της να ταπεινώνεται από τους χριστιανούς chinovniks και να καταδιώκεται ως ασήμαντος αξιωματούχος και ως μισητός εβραίος. Έβλεπε νεαρούς άνδρες, συχνά το μοναδικό στήριγμα των πολυάριθμων οικογενειών τους, να αντιμετωπίζουν τον εφιάλτη της αναγκαστικής κατάταξης στον στρατό. Εξοργιζόταν από την μεταχείριση που είχαν οι φτωχές εργάτριες: κακοποιημένες από τα αφεντικά τους έπεφταν στις αγκαλιές των «ελεημόνων» αξιωματικών. Πολλά από αυτά τα κορίτσια βρήκαν καταφύγιο στο σπίτι των Goldman. Στα 7 της χρόνια οι γονείς της την έστειλαν στην γιαγιά της στο Koningsberg στην ανατολική Πρωσία, όπου και παρέμεινε μέχρι τα 13 της. Αργότερα οι γονείς της αποφάσισαν να εγκατασταθούν στην Αγία Πετρούπολη. Η χρονιά που έφτασε η Emma Goldman στην Αγία Πετρούπολη –(το 1882)- ήταν γεμάτη γεγονότα. Ο τσάρος Αλέξανδρος ο 2ος είχε εκτελεστεί την προηγούμενη χρονιά. Οι εκτελεστές του θανατώθηκαν από την κυβέρνηση προς παραδειγματισμό και μόνο στην Jessie Helfman χαρίστηκε η ζωή λόγω εγκυμοσύνης και εξορίστηκε στην Σιβηρία. Το όνομα των νιχιλιστών βρισκόταν στα χείλη σχεδόν όλου του κόσμου και πολλοί ήταν πρόθυμοι να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους. Η εκμάθηση της ρωσικής γλώσσας, γρήγορα έφερε την Emma Goldman σε επαφή με επαναστατικούς κύκλους. Οι γονείς της δε μπορούσαν να καταλάβουν το ενδιαφέρον της κόρης τους για αυτές τις απόψεις, τις οποίες οι ίδιοι θεωρούσαν επικίνδυνες ουτοπίες. Αγωνιζόντουσαν να την απομακρύνουν από αυτές τις «χίμαιρες» με αποτέλεσμα οι διαφωνίες και οι καβγάδες να βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη. Όταν η Έμμα είχε για πρώτη φορά περίοδο η μητέρα της την αντάμειψε με ένα ηχηρό χαστούκι και της είπε: «Αυτό χρειάζεται σε μια κοπέλα όταν γίνεται γυναίκα, σαν προστασία κατά της ατίμωσης.» Στο σχολείο ήταν άριστη μαθήτρια, αλλά δεν της επιτράπηκε να συνεχίσει στο Γυμνάσιο επειδή «δε συμμορφώθηκε σε θέματα διαγωγής». Οπότε ξεκίνησε να δουλεύει σε εργοστάσιο. Όταν έγινε δεκαπέντε ο πατέρας της ξεκίνησε να ψάχνει για γαμπρό και να κανονίζει την αμοιβή της αγοραπωλησίας. Όταν η Έμμα διαμαρτυρήθηκε και δήλωσε πως δεν ήθελε να παντρευτεί ο πατέρας της ξεκαθάρισε τη θέση της γυναίκας: «Μόνο να φτιάχνουν ζυμαρικά και να δίνουν στον άντρα πολλά πολλά παιδιά.» Μόνο στη μεγαλύτερη αδελφή της την Helene μπορούσε η Goldman να βρει συμπαράσταση και κατανόηση. Τελικά κατάφερε να κερδίσει την ανεξαρτησία της. Έπιασε δουλειά σ’ ένα εργοστάσιο. Ήταν 17 χρονών και μπορούσε να κερδίζει την ζωή της.

Έμμα Γκόλντμαν, 1910

Η αδελφή της, Helene, αποφάσισε να μεταναστεύσει στην Αμερική, όπου μια άλλη αδελφή τους είχε ήδη εγκατασταθεί. Η Emma κατάφερε να την πείσει και το 1886 ξεκίνησαν το ταξίδι τους. Αν είχε παραμείνει στην Ρωσία, το πιθανότερο είναι πως θα είχε την ίδια τύχη με τις χιλιάδες που θάφτηκαν στα χιόνια της Σιβηρίας Πολύ σύντομα όμως την περίμενε η απογοήτευση. Η ιδεατή εικόνα που είχε για την Αμερική διαλύθηκε στο Castle Garden. Οι σκηνές που αντίκρυσε της θύμισαν τα παιδικά της χρόνια στο Kurland. Η αγριότητα με την οποία αντιμετωπίζονταν οι μετανάστες στα πλοία που ταξίδευαν προς Αμερική, επαναλαμβανόταν στο Castle Garden από τους αστυνομικούς με πολύ χειρότερο τρόπο. Η απογοήτευση της Goldman ήταν απερίγραπτη. Αντί για έναν Τσάρο, εδώ βρήκε πολλούς. Οι Κοζάκοι είχαν αντικατασταθεί από τους αστυνομικούς. Η Goldman σύντομα βρήκε δουλειά στο εργοστάσιο ρούχων Garson Co. Οι γυναίκες εκεί ήταν αναγκασμένες να δουλεύουν από το πρωί μέχρι αργά τη νύχτα. Η εκμετάλλευση όμως δεν ήταν μόνο οικονομική. Οι προϊστάμενοι και τ’ αφεντικά τίς έβλεπαν ως σεξουαλικά αντικείμενα. Και αν κάποια αρνούνταν να υποκύψει, σύντομα θα την έδιωχναν από το εργοστάσιο. Ποτέ δεν υπήρχε έλλειψη «πρόθυμων θυμάτων». Η προσφορά πάντα ξεπερνούσε τη ζήτηση. Η Goldman ασφυκτιούσε σ’ αυτήν την ατμόσφαιρα. Διανοητικά ακόμα ζούσε στην Ρωσία. Μην έχοντας εξοικειωθεί με την γλώσσα γύριζε στο παρελθόν αγνοώντας το παρόν. Τότε γνώρισε έναν νεαρό Ρώσο μετανάστη και τελικά τον παντρεύτηκε. Έτσι έμαθε από προσωπική πείρα, ότι οι κρατικοί θεσμοί, συνεπάγονται εξάρτηση και καταρράκωση της προσωπικότητας, ειδικά για την γυναίκα. Το ζευγάρι είχε αγεφύρωτες διαφορές. Γρήγορα χώρισαν και η Goldman πήγε στο New Haven. Εκεί έπιασε δουλειά σ’ ένα εργοστάσιο και έχασε επαφή με τον πρώην άντρα της. Δύο δεκαετίες αργότερα θα της τον θύμιζαν και πάλι οι ομοσπονδιακές αρχές. Η Goldman έφτασε στην Αμερική, όπως και στην Αγία Πετρούπολη τέσσερα χρόνια νωρίτερα, σε μια περίοδο μεγάλης πολιτικής και κοινωνικής αναταραχής. Οι εργάτες είχαν ξεσηκωθεί ενάντια στις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας. Ολόκληρη σχεδόν η χώρα έβραζε. Η πάλη κορυφώθηκε με την απεργία στην εταιρεία Harvester του Σικάγο, την σφαγή των απεργών και τη νομιμοποιημένη δολοφονία των αναρχικών που ακολούθησε την ιστορική έκρηξη της βόμβας στο Haymarket. Οι αναρχικοί πήραν με το αίμα τους το βάπτισμα του πυρός. Λίγοι κατάλαβαν την σημασία της δολοφονίας των «μαρτύρων του Σικάγο». Και ακόμα λιγότερο, το κράτος. Νόμιζαν πως έτσι είχαν λύσει το «πρόβλημα». Δεν συνειδητοποίησαν ότι το αίμα των δολοφονημένων εργατών και αναρχικών, θα έφερνε πολλούς κοντά στην αναρχία. Η Voltairine de Cleyre και η Emma Goldman άρχισαν να ασχολούνται με την αναρχία, μετά την δίκη και την εκτέλεση των αναρχικών. Η Goldman μέχρι τέλους πίστευε ότι οι αναρχικοί δεν θα εκτελούνταν. Η 11ηΝοεμβρίου 1887, την διέψευσε. Κατάλαβε τότε ότι, ανάμεσα στον ρωσικό τσαρισμό και την αμερικανική πλουτοκρατία, η διαφορά είναι μόνο στο όνομα. Με τον ενθουσιασμό που την χαρακτήριζε, άρχισε να παρακολουθεί πολιτικές συγκεντρώσεις.

Δεν πρόλαβαν να περάσουν δύο χρόνια και μέσω ενός Ρωσο-Εβραίου αναρχικού, του Χίλελ Σολοτάροφ, γνώρισε τον αναρχισμό και άρχισε να διαβάζει την εφημερίδα “Freiheit” (“Ελευθερία”) που εξέδιδε στη Νέα Υόρκη ο Γερμανός επαναστάτης Γιόχαν Μοστ.

Η εξοντωτική δουλειά στο εργοστάσιο την αρρώστησε. Επέστρεψε στο Rochester, όπου και παρέμεινε μέχρι τον Αύγουστο του 1889, οπότε μετακόμισε στη Νέα Υόρκη. Ήταν 21 χρονών. Είναι η εποχή της «προπαγάνδας μέσω της πράξης». Ο Κροπότκιν, η Λουίζ Μισέλ, ο Ελυζέ Ρεκλύ και άλλοι, εμπνέουν τους νέους αγωνιστές. Η διακοπή των σχέσεων με τους σοσιαλιστές είναι αναπόφευκτη από την στιγμή που οι τελευταίοι απαρνήθηκαν την ιδέα της ελευθερίας και αποδέχτηκαν τις κρατικές πολιτικές. Ο Most έχοντας χάσει τη θέση του στο Reichstag και κυνηγημένος, βρήκε καταφύγιο στο Λονδίνο. Εκεί έκοψε κάθε επαφή με το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Ερχόμενος στην Αμερική, συνέχισε την έκδοση του Freiheit και δραστηριοποιήθηκε εντονότατα μεταξύ των γερμανών εργατών της Νέας Υόρκης. Όταν η Goldman έφτασε στη Νέα Υόρκη το 1889, δεν δυσκολεύτηκε να έρθει σ’ επαφή με αναρχικούς. Εκεί γνώρισε τον Most και τον Alexander Berkman. Οι ικανότητές της εντυπωσίασαν τον Most ο οποίος την έστειλε σε προπαγανδιστική περιοδεία. Συμμετείχε σε διάφορους εργατικούς αγώνες όπως η μεγάλη απεργία των ενδυματοποιών το 1889. Ένα χρόνο αργότερα, η Goldman άρχισε να αποστασιοποιείται από τη μεγάλη μερίδα των γερμανόφωνων αναρχικών, διαφωνώντας σε ζητήματα τακτικής. Υπήρχαν ακόμα κάποιοι που πίστευαν στους κοινοβουλευτικούς θεσμούς και άλλοι που ήταν υπερβολικά συγκεντρωτικοί. Αυτές οι διαφορές, οδήγησαν το 1891 σε χάσμα με τον John Most. Η Goldman, o Berkman και άλλοι έστρεψαν το ενδιαφέρον τους σε μια μαχητική γερμανική αναρχική εφημερίδα, την «ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ» (Die Autonomie), στην οποία επίσης πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι Joseph Paukert, Otto Rinke και ο Claus Timmermann. Η Goldman άρχισε ν’ ασχολείται με τα γραπτά του Κροπότκιν. Προσπάθησε να συνδυάσει την κοινωνικότητα και την πανανθρώπινη αλληλεγγύη του Κροπότκιν, με την δική της σθεναρή πίστη στην ελευθερία του ατόμου. Οι πικρόχολες αντιπαραθέσεις έλαβαν τέλος με τον θάνατο του John Most το 1906.

Το 1892, σχεδίασε μαζί με τον Μπέρκμαν την εκτέλεση του μεγαλοβιομήχανου Χένρυ Κλέυ Φρικ ως υπεύθυνου για τη δολοφονία 9 εργατών, κατά τη διάρκεια μιας απεργίας στα χαλυβουργεία του Χόουμστεντ, κοντά στο Πίτσμπουργκ. Η Γκόλντμαν για να αγοράσει το όπλο προσπάθησε να κάνει πεζοδρόμιο στην 14η οδό της Νέας Υόρκης. Δεν τα κατάφερε και τελικά δανείσθηκε τα χρήματα από την αδελφή της. Ο Μπέρκμαν πυροβόλησε τον Φρικ μέσα στο γραφείο του, αλλά κατάφερε μόνο να τον πληγώσει. Καταδικάσθηκε σε φυλάκιση 22 χρόνων και βγήκε από τη φυλακή μετά από 14 ολόκληρα χρόνια, έχοντας μια εμπειρία που την περιγράφει στο έργο του “Prison Memoirs of an Anarchist” (“Αναμνήσεις ενός Αναρχικού από τη φυλακή”, που εκδόθηκε το 1912). Η Γκόλντμαν, μετά την αποτυχημένη ενέργεια του Μπέρκμαν, σε δημόσιες ομιλίες της προσπαθούσε με θάρρος και χωρίς υπεκφυγές να εξηγήσει και να δικαιολογήσει την ενέργεια του Μπέρκμαν.

Μόνο το γεγονός ότι βρισκόταν στη Νέα Υόρκη εκείνες τις μέρες, την έσωσε. Η πράξη του Berkman καταδικάστηκε σφοδρά από τον Most και διάφορους άλλους γερμανούς αναρχικούς. Η Goldman υπερασπίστηκε με όλη της την δύναμη τον Berkm an λέγοντας ότι η αληθινή ηθική έχει να κάνει με τα κίνητρα και όχι με τις συνέπειες. Αυτή η αντίληψή της άλλαξε από την παραμονή της στη μετεπαναστατική Ρωσία.
Η υπεράσπιση του Berkman έκανε τις αρχές να μην την αφήνουν σε ησυχία. Οι ομιλίες τις διακόπτονταν σχεδόν πάντα από αστυνομικούς. Το 1893, συνελήφθη επειδή παρακινούσε τους άνεργους «να αρπάζουν το φαγητό που δεν τους δίνανε» και καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός χρόνου στο «σωφρονιστήριο» του Blackwell Island. Το στοιχείο της Έμμα που δεν άντεχαν οι σύντροφοι και οι εχθροί της ήταν… το φύλο της! Ο φεμινισμός της Γκόλντμαν ήταν τόσο μπροστά από την εποχή της που ακόμα και σήμερα ακούγεται καινοτόμος.Το κίνημα δυσκολεύονταν να την αποδεχτεί, αφού η Έμμα δεν παρέλειπε σε κάθε ομιλία της να αναφέρεται στη σεξουαλική αυτοδιάθεση των γυναικών, θέμα πολύ εκρηκτικό ακόμα και για τα χέρια των αναρχικών. Την εποχή εκείνη, τέλος του 19ου αιώνα, μεσουρανούσε το αστικό φεμινιστικό κίνημα των σουφραζέτων. Μοναδική διεκδίκηση αυτών των γυναικών ήταν η γυναικεία ψήφος. Η Έμμα όμως γνώριζε ότι έτσι δε θα κέρδιζε τίποτα η γυναίκα. Μόνος τρόπος να απελευθερωθεί θα ήταν: «Η ανάπτυξη της γυναίκας, η ελευθερία της, η ανεξαρτησία της, πρέπει να είναι αποτέλεσμα των δικών της ενεργειών. Πρέπει να αρνηθεί το δικαίωμα οποιουδήποτε άλλου πάνω στο σώμα της, να αρνηθεί να κάνει παιδιά παρά μόνο αν τα θέλει, να αρνηθεί να υπηρετήσει το θεό, το κράτος, την κοινωνία, το σύζυγο κλπ. Να ελευθερώσει τον εαυτό της από το φόβο της κοινής γνώμης και της κοινής καταδίκης. Μόνο αυτά θα την ελευθερώσουν, όχι η ψήφος.»  Οι σουφραζέτες την κατηγορούσαν ως «γυναίκα-άντρα», οι αναρχικοί ως γυναίκα και οι υπόλοιποι ως ελευθερίων ηθών αναρχικιά. Εκείνη δεν πτοήθηκε. Το 1915, σε ένα ακροατήριο 600 ατόμων στην Νέα Υόρκη, αφού μίλησε για τον έλεγχο των γεννήσεων, έκανε κάτι που ούτε ο Φρόιντ δε θα μπορούσε να αποδεχτεί: Έδειξε πως πρέπει να φοριέται ένα προφυλακτικό! Αμέσως συνελήφθη για προσβολή της δημοσίας αιδούς, των χρηστών ηθών και άλλων παρόμοιων αφηρημένων εννοιών. Γράφτηκε τότε σε εφημερίδα της Νέας Υόρκης: «Η Έμμα Γκόλντμαν πήγε φυλακή επειδή υποστήριζε ότι οι γυναίκες δε χρειάζεται να κρατάνε πάντα το στόμα τους κλειστό και τα πόδια τους ανοιχτά.» Άλλες δυο φορές φυλακίστηκε η Έμμα. Η πρώτη ήταν για διακίνηση αναρχικών ιδεών και η δεύτερη για παρεμπόδιση της στρατολόγησης –κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου. Ενδιάμεσα από τις φυλακίσεις είχε συλληφθεί τόσες πολλές φορές, ώστε όποτε πήγαινε σε δημόσια ομιλία έπαιρνε μαζί της κι ένα βιβλίο, για να έχει κάτι να διαβάζει στο κρατητήριο. Ενώ στην αρχή της πολιτικοποίησης της  της είχε πάρει μέρος σε απόπειρες δολοφονίας πολιτικών και επιχειρηματιών, σύντομα διαφοροποιήθηκε από την τακτική της ανταπόδοσης της βίας. Έγραφε η Έμμα: «Δεν πιστεύω ότι τέτοιες πράξεις μπορούν να φέρουν την κοινωνική αλλαγή ή ότι είχαν ποτέ έναν τέτοιο σκοπό. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με μια πλατιά και μεγάλη εκπαίδευση σε σχέση με τη θέση του ανθρώπου στην κοινωνία και την πραγματική του θέση με τον συνάνθρωπο του. Και ακόμα μπορεί να γίνει με το παράδειγμα. Να βιώνω αλήθειες και όχι μόνο να μιλώ θεωρητικά για το περιεχόμενο τους. Και τελικά το πιο δυνατό όπλο βρίσκεται στη συνειδητή, έξυπνη και οργανωμένη διαμαρτυρία των μαζών, μέσα από την άμεση δράση και τη γενική απεργία.» Η μεγαλύτερη ποινή όμως ήρθε όταν καταδίκασε την κατάταξη στον στρατό και διοργάνωνε ομιλίες και κινήσεις εναντίον του 1ου.

Το 1895-1896, επισκέφθηκε την Ευρώπη για ένα γύρο διαλέξεων. Οι διαλέξεις της στην Ευρώπη επαναλήφθηκαν το 1899-1900. Το 1906, άρχισε στην Αμερική την έκδοση του μηνιαίου περιοδικού “Mother Earth” (” Μητέρα Γη”), που συνέχισε να εκδίδεται μέχρι τον Αύγουστο του 1917. Στις γραμμές αυτού του περιοδικού, εκτός από την παρουσίαση των αναρχικών ιδεών, αναπτύσσονταν ο ιδέες του Ίψεν, του Στρίνμπεργκ, του Όσκαρ Ουάιλντ και άλλων. Το 1907, συμμετείχε ως ένας από τους Αμερικάνους αντιπροσώπους στο Διεθνές Αναρχικό Συνέδριο του Άμστερνταμ (24-31 Αυγούστου του 1907). Το 1910, εκδόθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες (και το 1911 στη Μεγάλη Βρετανία) το θεωρητικό της έργο “Anarchism and other Essays” (“Αναρχισμός και άλλα Δοκίμια”) . Το 1914, εκδόθηκε το έργο της “The Social Significance of the Modern Drama” (“Η Κοινωνική Σημασία του Σύγχρονου Δράματος”), όπου τονίζει και την αισθητική διάσταση του αγώνα για την ελευθερία.

Η Goldman και ο Berkman συνελήφθησαν το 1917, κατηγορούμενοι για συνομωσία εναντίον του στρατού και καταδικάστηκαν σε δύο χρόνια. Μετά, αφού τους αφαιρέθηκε η υπηκοότητα, απελάθηκαν μαζί με άλλους «επικίνδυνους για την κοινωνική ασφάλεια» στην Ρωσία. Ο J. Edgar Hoover, που ανέλαβε σχεδόν προσωπικά την απέλαση της Goldman, την αποκαλούσε ως «μια από τις πλέον επικίνδυνες γυναίκες στην Αμερική».

Την είχαν χαρακτηρίσει ως την πιο επικίνδυνη γυναίκα της Αμερικής, αλλά όταν απελάθηκε το 1919, κάποιος είπε: «Με τον ερχομό της ποτοαπαγόρευσης και την αποχώρηση της κόκκινης Έμμα αυτή η χώρα θα γίνει πιο βαρετή από ποτέ.»

Η Goldman γνώρισε, λοιπόν, τη ρωσική επανάσταση από πρώτο χέρι. Αρχικά, φάνηκε διατεθειμένη να υποστηρίξει τους μπολσεβίκους στην 3η διεθνή. Όταν όμως το 1919, η Goldman και ο Berkman ταξίδεψαν στην χώρα τρομοκρατήθηκαν από την γραφειοκρατία, τις πολιτικές διώξεις, την πείνα και την καταναγκαστική εργασία που συναντούσαν παντού.

Εκεί, συναντήθηκε με σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, όπως τον Μαξίμ Γκόρκυ, την Αλεξάνδρα Κολλοντάι, τον Ανατόλι Λουνατσάρσκυ, την Αγγέλικα Μπαλαμπάνοφ και τον Λένιν.

Το αποκορύφωμα ήρθε το 1921, όταν οι ναύτες και οι στρατιώτες της Κρονστάνδης εξεγέρθηκαν εναντίον των μπολσεβίκων, παίρνοντας το μέρος των εργατών που απεργούσαν. Ο Τρότσκι και ο κόκκινος στρατός τούς έπνιξαν στο αίμα. Τις εμπειρίες της από την Ρωσία, η Goldman τις κατέγραψε σε δύο βιβλία, όταν έφυγε από την χώρα τον Δεκέμβριο του 1921: «Η απογοήτευσή μου από την Ρωσία» και «Η ακόμα μεγαλύτερη απογοήτευσή μου από την Ρωσία». Έλεγε πως «ποτέ άλλοτε σ’ ολόκληρη την Ιστορία, άλλο κράτος, άλλη κυβέρνηση, δεν αποδείχτηκαν τόσο στατικά, αντιδραστικά και αντεπαναστατικά. Ακριβώς το αντίθετο από την έννοια της επανάστασης».

Στην Ρωσία κηδεία του Κροπότκιν ήταν η αφορμή της τελευταίας μεγάλη διαδήλωση των αναρχικών στη Μόσχα, μπροστά διακρίνονταν η Goldman και ο Berkman.

Ο καιρός που πέρασε στην Ρωσία, την οδήγησε να αναθεωρήσει την άποψή της ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Δέχτηκε την βία ως κάτι το αναγκαίο για την κοινωνική μεταβολή. Έγραψε: «Ξέρω πως στο παρελθόν κάθε κοινωνική και πολιτική μεταβολή απαιτούσε την βία. Με μια διαφορά: Άλλο η βία που χρησιμοποιείς στη μάχη ως μέσο άμυνας και άλλο η βία που σκοπό έχει να τρομοκρατήσει, να εμποδίσει να εκφραστούν δια του φόβου οι κοινωνικές αντιθέσεις. Αυτό λέγεται ωμή τρομοκρατία και συνεπάγεται με κάθε τι το αντεπαναστατικό, είναι αντεπανάσταση». Οι απόψεις της αυτές την έφεραν σε διάσταση με όσους νόμιζαν ότι η ρωσική επανάσταση ήταν επιτυχία. Όταν πήγε στην Βρετανία το 1922, ήταν ουσιαστικά η μόνη που καταδίκαζε τους μπολσεβίκους και οι ομιλίες της είχαν μικρή απήχηση. Το 1925, ένας Ουαλός εργάτης στα ορυχεία, προσφέρθηκε να την παντρευτεί ώστε να αποκτήσει την βρετανική υπηκοότητα και να γλιτώσει την απέλαση. Με βρετανικό διαβατήριο, μπορούσε άνετα να ταξιδεύει στην Γαλλία και τον Καναδά. Το 1936, αυτοκτόνησε ο Μπέρκμαν με μια σφαίρα στο στομάχι. Ο χαμός του Μπέρκμαν και η ολοκληρωτική κατάληξη της Ρωσικής επανάστασης ήταν γεγονότα οδυνηρά για την Έμμα Γκόλντμαν και ευτυχώς που ξέσπασε η Ισπανική επανάσταση για να αναπτερωθούν οι ελπίδες της για το μετασχηματισμό της κοινωνίας. Στα 67 της χρόνια, η Goldman πήγε στην Ισπανία να υποστηρίξει τον αγώνα. Είπε σε μια ομάδα νεαρών αναρχικών ότι «αυτή η επανάσταση θα καταστρέψει για πάντα το ψέμα ότι η αναρχία ισοδυναμεί με το χάος και μόνο». Διαφώνησε ανοικτά με την συμμετοχή της CNT-FAI στον κυβερνητικό συνασπισμό του 1937 και στις υποχωρήσεις που γινόντουσαν απέναντι στους κομμουνιστές, για χάρη της έκβασης του πολέμου. Παρ’ όλ’ αυτά αρνήθηκε να καταδικάσει όσους συμμετείχαν στην κυβέρνηση και αποδέχτηκαν την στρατιωτικοποίηση των επαναστατικών κοινωνικών δυνάμεων, καθώς νόμιζε πως η μόνη εναλλακτική λύση σε κάτι τέτοιο, θα ήταν μια κομμουνιστική δικτατορία.

Η Goldman πέθανε στις 14 Μαΐου 1940 στον Καναδά από εγκεφαλικό και απαρηγόρητη για την τελική νίκη των δυνάμεων του Φράνκο . Θάφτηκε στο Σικάγο κοντά στους «μάρτυρες του Haymarket», η μοίρα των οποίων άλλαξε την πορεία της ζωής της. Πάντα το όνομά της θα είναι συνδεδεμένο με τους αγώνες της για σεξουαλική ελευθερία, ένα θέμα το οποίο οι ως τότε αναρχικοί μετά βίας είχανε θίξει. Υπερασπίστηκε με όλη της την ψυχή και φυλακίστηκε, για το δικαίωμα των γυναικών στην αντισύλληψη. Θεωρούσε πως ποτέ καμιά πολιτική λύση δεν θα ήταν αρκετή για να εξαλείψει την καταπίεση που υφίσταντο οι γυναίκες. Έπρεπε να επέλθει ριζική αλλαγή των αξιών και πάνω απ’ όλα ν’ αλλάξουν οι ίδιες οι γυναίκες «πρώτα με το να καταλάβουν ότι είναι ανεξάρτητες προσωπικότητες και όχι σεξουαλικά αντικείμενα. Ότι κανένας δεν έχει δικαιώματα πάνω στο σώμα τους. Να κάνουν παιδιά μόνο αν και οι ίδιες το επιθυμούν. Να αρνηθούν μια και καλή τον ρόλο του υπηρέτη του θεού, του κράτους, της κοινωνίας, του συζύγου, της οικογένειας κλπ. Πρέπει να προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε την ζωή με όλη της την πολυπλοκότητα και να απαλλαγούμε απ’ αυτόν τον αηδιαστικό φόβο της κοινής γνώμης και της κοινωνικής κατακραυγής. Μόνο μια αναρχική επανάσταση και όχι η ψήφος, θ’ απελευθερώσει την γυναίκα, καθιστώντας τη μια νέα δύναμη που θα φέρνει στον κόσμο ελεύθερους ανθρώπους». Ακόμα και σήμερα, την εποχή της σεξουαλικής «απελευθέρωσης» και του Sex & the City, θα σοκάριζε πολλoύς με μια φράση όπως αυτή που γράφτηκε στα τέλη του 19ου αιώνα: «Αν αγαπήσω έναν άντρα θα του δοθώ, χωρίς να ζητήσω την άδεια του Ραβίνου ή του Νόμου, και μόλις σβήσει αυτή η αγάπη, θα φύγω, χωρίς να ζητήσω την άδεια κανενός.»

Το Δεκέμβριο του 1938, μετά και την τελευταία επίσκεψή της στην Ισπανία, πήγε στο Άμστερνταμ, όπου παρέδωσε το δικό της αρχείο και αυτό του Μπέρκμαν στο Διεθνές Ινστιτούτο Κοινωνικής Ιστορίας.

  • Μέσα στα πλαίσια της γενικότερης ένταξης και δραστηριοποίησής της μέσα στο αναρχικό κίνημα, η συνεισφορά της Γκόλντμαν υπήρξε ιδιαιτέρως σημαντική στα ζητήματα του μιλιταρισμού και του φεμινισμού, που αποτελούν και την αιτία για τις δύο από τις τρεις συνολικά φυλακίσεις της. Φυλακίσθηκε για πρώτη φορά το 1893, για ένα χρόνο, επειδή παρακινούσε τους ανέργους να βρουν ψωμί με τη βία. Στη διάρκεια της δίκης υποστήριξε με σθένος τις επαναστατικές ιδέες. Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος που είχε με το Δικαστήριο:
    – Υπάρχει καμιά κυβέρνηση πάνω στη γη που εγκρίνετε τους νόμους της;
    – Όχι, κύριε, διότι όλοι είναι εναντίον του λαού.
    Και γιατί δε φεύγετε από αυτή τη χώρα, από τη στιγμή που δε σας αρέσουν οι νόμοι της;
    – Και πού να πάω; Παντού πάνω στη γη οι νόμοι είναι εναντίον των φτωχών.
    Το 1915-1916 έδωσε πολλές διαλέξεις για το ζήτημα του ελέγχου των γεννήσεων. Συνελήφθη, δικάσθηκε και, έχοντας να διαλέξει μεταξύ ενός προστίμου 100 δολαρίων και μιας δεκαπενθήμερης φυλάκισης, προτίμησε τη δεύτερη και έτσι φυλακίσθηκε για δεύτερη φορά μεταξύ του Απριλίου και του Μαΐου του 1916. Την τρίτη φορά φυλακίσθηκε για δύο χρόνια, από το 1917 μέχρι το 1919, μαζί με τον Μπέρκμαν, με την κατηγορία της συνωμοσίας για παρεμπόδιση της στρατολογίας των Αμερικάνων, όταν το 1917 οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήλθαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
    Η δεύτερη φυλάκιση της Γκόλντμαν δεν οφειλόταν απλώς στην προπαγάνδα της υπέρ του ελέγχου των γεννήσεων, που βέβαια και από μόνη της ήταν πολύ προωθημένη για την εποχή της, όπου κυριαρχούσε, σχεδόν απόλυτα, η ανδροκρατική ιδεολογία. Οφειλόταν κυρίως στον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίον η Γκόλντμαν έθετε τα προβλήματα των γυναικών μέσα σε μια συνολικότερη επαναστατική αναρχοφενιστική οπτική. Μια οπτική που την έφερε σε σύγκρουση ακόμα και με τις μαχητικές σουφραζέτες, ακόμη και με την κατεστημένη ανδροκρατική νοοτροπία πολλών αναρχικών.
    Καταγγέλλοντας σε όλο της το εύρος, την “Υποκρισία του Πουριτανισμού”, που ουσιαστικά ήθελε τις “ανύπανδρες” γυναίκες ή παρθένες ή πόρνες, απομονώθηκε ακόμη και από τις φεμινίστριες της εποχής της, αλλά οι ιδέες της επανήλθαν στην επικαιρότητα, μετά από 50 περίπου χρόνια, με τις φεμινίστριες των δεκαετιών του 1960 και μετά. Η καταγγελία του γάμου από την Σιμόν ντε Μποβουάρ ως αστικού συμβολαίου είχε πρωτοδιατυπωθεί σαφώς από την Έμμα Γκόλντμαν, όταν αναφερόταν στο γάμο ως μια οικονομική συμφωνία (economic arrangement) που παρέχει στη γυναίκα ασφάλεια και στον άνδρα ένα ωραίο παιχνιδάκι. Αλλά, γιατί ο αναρχοφεμινισμός της Γκόλντμαν βρισκόταν σε σύγκρουση με το γυναικείο κίνημα της εποχής, ακόμη και με το μαχητικό κίνημα των σουφραζέτων; Διότι αυτό το κίνημα έθετε στο επίκεντρο του αγώνα για τη χειραφέτηση της γυναίκας την απόκτηση του δικαιώματος της ψήφου (“universal suffrage”: καθολικό δικαίωμα ψήφου, εξ ου και το όνομα σουφραζέτες). Στο πλαίσιο της αναρχικής λογικής της άμεσης δράσης και της απόρριψης κάθε αντιπροσωπευτικής και κοινοβουλευτικής λογικής της αριστεράς (και της ακροαριστεράς, που είναι εξωκοινοβουλευτική –και όχι αντικοινοβουλευτική–, στο βαθμό που αποτυγχάνει να κατακτήσει κοινοβουλευτικές έδρες), η Γκόλντμαν επικέντρωνε το λόγο και τη δράση της στη χειραφέτηση απ’ αυτή τη “χειραφέτηση δια της ψήφου”, που είχε ήδη ληστέψει την αξιοπρέπεια του άνδρα και την εμπιστοσύνη στον εαυτό του, στην άμεση δημιουργική δράση του. Έτσι, θεωρούσε παράλογη την ιδέα ότι η γυναίκα θα πετύχαινε εκεί ακριβώς που απέτυχε ο άνδρας.

Το άλλο μεγάλο ζήτημα για το οποίο δραστηριοποιήθηκε έντονα και που της “στοίχισε” την τρίτη της, δίχρονη, φυλάκιση είναι αυτό του μιλιταρισμού. Εναντίον του ιδεολογήματος ότι “όλοι οι άνθρωποι θέλουν την ειρήνη”, η Γκόλντμαν σαφώς τονίζει, μιλώντας για την Αμερική του καιρού της, ότι οι μόνοι υπερασπιστές της ειρήνης, οι μόνοι που προσπαθούν να εμποδίσουν την αυξανόμενη τάση προς το μιλιταρισμό είναι οι αναρχικοί. Όσοι υιοθετούν τον κρατισμό, διακατέχονται αναγκαστικά από τις λογικές της δύναμης και της βίας.
Εναντίον των κυρίαρχων, ακόμη και σήμερα, ιδεολογημάτων περί ενός καλού πατριωτισμού (π.χ οι Έλληνες ήταν και είναι πατριώτες) και περί ενός κακού μιλιταρισμού (π.χ οι Τούρκοι ήταν και είναι μιλιταριστές), για την Γκόλντμαν ο πατριωτισμός αποτελεί μια απειλή για την ελευθερία, τροφοδοτεί το μιλιταρισμό και πρέπει να αντικατασταθεί από την παγκόσμια αδελφοσύνη. Από το 1914, μαζί με τον Μπέρκμαν, αντιτάχθηκε σθεναρά στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν πήρε το μέρος της μιας εκ των δύο ληστρικών συμμαχιών και από το 1917, που η Αμερική εισήλθε στον Πόλεμο, συμμετείχε στην ίδρυση των Ενώσεων Εναντίον της Στρατολογίας (“No-Conscription Leagues”). Για την Γκόλντμαν, όπως και για τον Τολστόι, ο στρατιώτης δεν είναι παρά ένας “επαγγελματίας σφαγέας” (“professional mankiller”). Αν και τονίζει πως η οργανωμένη βία του Κράτους στην κορυφή είναι εκείνη που δημιουργεί την ατομική βία στη βάση της κοινωνίας, δε χάνει από το μυαλό της την ευρύτερη κοινωνική μετοχή σ’ αυτό το φανατισμό της δύναμης. Έτσι, στηλιτεύει την εκπαίδευση, την οικογένεια, τον ανδρισμό, την ίδια τη γυναίκα, που ενσταλάζει στα παιδιά της το πόθο του δυνατού και του κατακτητή, που τους ψιθυρίζει τις δόξες του πολέμου και τα νανουρίζει με ήχους τρομπέτας και κλαγγές όπλων. Ο μόνος δίκαιος πόλεμος για την Γκόλντμαν είναι ο ταξικός-κοινωνικός αγώνας εναντίον των εκμεταλλευτών και των καταπιεστών, ενώ η προετοιμασία για έναν πόλεμο μεταξύ κρατών ανοίγει “το Δρόμο για την Παγκόσμια Σφαγή” (“The road to Universal Slaughter”). Ήταν τυχερή που δεν πρόλαβε να δει σ’ όλο της το μεγαλείο την προθυμία με την οποία αλληλοσφάχθηκαν οι λαοί στο Παγκόσμιο Σφαγείο του Δευτέρου Πολέμου, που δεν πρόλαβε να δει τον καταποντισμό του σοσιαλιστικού ιδεώδους της παγκόσμιας αδελφοσύνης μέσα στους εθνικισμούς των “Εθνικών Αντιστάσεων”.

Με την αποφυλάκισή της, μετά τη δίχρονη φυλάκισή της λόγω της αντιπολεμικής δράσης της, πήρε το δρόμο για τη Ρωσία, γεμάτη ελπίδες. Θα διαψευσθεί, όμως, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα και θα πάρει πάλι το δρόμο για την Ευρώπη. Πολύ πριν τη Ρωσική Επανάσταση, η Γκόλντμαν, συγκρουόμενη με τους σοσιαλιστές της εποχής της για το ρόλο του Κράτους, συνέλαβε “προφητικά” τις ρωσικές εξελίξεις, γράφοντας πως αν κάποτε προστεθεί στην πολιτική δύναμη του Κράτους και η οικονομική μονοκρατία, τότε η εργατική τάξη θα υποφέρει πιο πολύ και από τον σημερινό καπιταλισμό. Στη συζήτηση που είχε με τον Λένιν κατάλαβε αμέσως ότι, εν αντιθέσει με το ισχυρό ελευθεριακό πνεύμα των πρώτων ημερών της επανάστασης, για τον Λένιν το συγκεντρωτικό κράτος ήταν μια θεότητα στην οποία έπρεπε να θυσιάζονται τα πάντα. Κάνοντας μια σύγκριση μεταξύ του ρωσικού μπολσεβικισμού και του Ισπανικού αναρχισμού, τονίζει την ύπαρξη μιας ξεκάθαρης διαφοράς: ενώ ο Λένιν και το κόμμα του φιλοδοξούσαν να εδραιώσουν τη δικτατορία τους, οι αναρχικοί της Ισπανίας ευθύς εξ αρχής αποκήρυξαν τη δικτατορία, αν και μπορούσαν να την ασκήσουν οι ίδιοι, αμέσως μετά την 19η Ιουλίου στη Βαρκελώνη.
Εγκαταλείποντας τη Ρωσία, στο τέλος του 1921, έθεσε ως κύριο στόχο της να γνωστοποιήσει τη ρωσική πραγματικότητα. “Η καρδιά μου – έγραψε – ήταν βαριά από την τραγωδία της Ρωσίας. Μια σκέψη ξεπηδούσε τολμηρά και με ανακούφιζε. Πρέπει να σηκώσω τη φωνή μου ενάντια στα εγκλήματα που γίνανε στο όνομα της “Επανάστασης”. Γι’ αυτό εξέδωσε και το βιβλίο της για τη “Διάψευση των Αυταπατών μου στη Ρωσία”, που αντιμετωπίσθηκε με σιωπή, ακόμη και με ύβρεις, από τους περισσότερους σοσιαλιστές και κομμουνιστές σχολιαστές. Αντίθετα, το περιοδικό Times Literary Supplement έγραψε, στις 5 Μαρτίου του 1925, ότι “Δεν έχει γραφεί καμιά καυστικότερη κριτική εναντίον της σοβιετικής τυραννίας και των ηγετών της απ’ αυτή τη σοβαρή και έγκυρη μελέτη της Γκόλντμαν”. Η επικράτηση του ολοκληρωτισμού στη Ρωσία έκανε την Γκόλντμαν να ξανασκεφθεί το ζήτημα της βίας και να προβεί στη σαφή διάκριση ανάμεσα στην επαναστατική βία ως μέσου άμυνας και στη βία (τρομοκρατία) των μπολσεβίκων. Θέλοντας να δώσει τον τόνο στη δημιουργική πλευρά της επανάστασης, έγραψε προς τον Μπέρκμαν, στις 3 Ιουλίου του 1928, ότι πρέπει να απορρίψουμε την ιδέα της επανάστασης ως μιας “βίαιης έκρηξης που καταστρέφει τα πάντα”.

Δεν εγκατέλειψε, βέβαια, ποτέ τον επαναστατικό αγώνα και αυτό το έδειξε κυρίως με το ξέσπασμα της Ισπανικής επανάστασης του 1936. Με την έναρξη της Ισπανικής επανάστασης, πέρα από τη δραστηριότητά της για τη διάδοση των ιδεών της CNT-FAI στο Λονδίνο, ταξίδεψε τρεις φορές στην Ισπανία για να βοηθήσει την επανάσταση και για να τη γνωρίσει από κοντά. Η πρώτη της επίσκεψη έγινε από τον Αύγουστο μέχρι το Δεκέμβριο του 1936, η δεύτερη από το Σεπτέμβριο μέχρι το Νοέμβριο του 1937 και η τρίτη από το Σεπτέμβριο μέχρι το Νοέμβριο του 1938. Καρπός αυτών των επισκέψεων υπήρξε η αλληλογραφία της με γνωστούς, με συντρόφους και με άλλες σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, μέσα από την οποία αναπτύσσονται και διασαφηνίζονται οι θέσεις της για τα όσα συνέβησαν στην Ισπανική επανάσταση.

 

Το παρόν κείμενο αποτελεί εισαγωγικό σημείωμα του Γιάννη Καρύτσα* στο βιβλίο: “Η Έμμα Γκόλντμαν για την Ισπανική Επανάσταση, Οράματα στη Φωτιά, Α. Το Ισπανικό Αναρχικό Κίνημα”, εκδόσεις Άρδην. Η ελληνική αυτή έκδοση περιλαμβάνει τη μετάφραση του δευτέρου κεφαλαίου της 1ης αμερικανικής έκδοσης του 1983, που έγινε από τον Ντέιβιντ Πόρτερ (David Porter): “Οράματα στη φωτιά. Η Έμμα Γκόλντμαν για την Ισπανική Επανάσταση”, Νέα Υόρκη, εκδόσεις Commonground Press.

(*) Σημείωση

Για τη συγγραφή αυτού του εισαγωγικού κειμένου γύρω από τη ζωή, τη δράση και τις ιδέες της Έμμα Γκόλντμαν, ο συγγραφέας χρησιμοποίησε τα εξής έργα και κείμενα:

– Έμμα Γκόλντμαν: “Vivendo la mia Vita ” (“Ζώντας τη ζωή μου”), εκδόσεις “Zero in Codotta”.

– “Emma Goldman: un modo diverso di essere donna ” (“Έμμα Γκόλντμαν: ένας διαφορετικός τρόπος του να είσαι γυναίκα”), κείμενο δημοσιευμένο στο ιταλικό αναρχικό περιοδικό “Rivista Anarchica”, το Μάρτιο του 1979.

– Το 24ο Κεφάλαιο με τίτλο: “Emma Goldman: The Most Dangerous Woman” (“Έμμα Γκόλντμαν: Η πιο επικίνδυνη Γυναίκα”) από τη μεγάλη ιστορία του αναρχισμού του Πήτερ Μάρσαλ: “Demanding the Impossible. A history of Anarchism” (“Η Απαίτηση του αδύνατου. Μια Ιστορία του Αναρχισμού”).

– Το κείμενο του Nicolas Walter: “Emma Goldman’s Disillusionment in Russia” (“Η Διάψευση των Αυταπατών της Έμμα Γκόλντμαν στη Ρωσία”, δημοσιευμένο στο 7ο τεύχος του αγγλικού αναρχικού περιοδικού “The Raven” (Ιούλιος του 1989).

– Το κείμενο του David Goodway “Emma Goldman in Exile: English Conservatism and the Spanish Revolution ” (“Η Έμμα Γκόλντμαν στην Εξορία: Αγγλικός Συντηρητισμός και Ισπανική Επανάσταση”), δημοσιευμένο στο 23ο τεύχος του περιοδικού “The Raven” (Ιούλιος- Σεπτέμβριος του 1993).

– Στο ίδιο τεύχος του περιοδικού “The Raven” το κείμενο της Donna Farmer “Emma Goldman: a voice for women ” (“Έμμα Γκόλντμαν: μια φωνή για τη γυναίκα”).

– Επίσης, έλαβε υπ’ όψη την ελληνική έκδοση του βιβλίου της Γκόλντμαν “Η Κόκκινη Έμμα Μιλάει ” (1η έκδοση “Πόλη Γυναικών”, 2η έκδοση “Εκδόσεις Μπαρμπουνάκη”), που αποτελείται από 98 σελίδες επιλεγμένων κειμένων της Γκόλντμαν. Η Αμερικανική έκδοση αποτελείται από 398 σελίδες και είναι μια ανθολογία γραπτών κειμένων και ομιλιών της Γκόλντμαν (“Red Emma Speaks, by Alix Kates Shulman, εκδόσεις Vintage Books, Νέα Υόρκη 1972). 15 August 2011 |

Διαβάστε επίσης: Έμμα Γκόλντμαν: Η τραγωδία της γυναικείας χειραφέτησης

                                 εμμα γκολντμαν

 

Πηγές: ανωθρώσκω

indymedia

eagainst