Βαθιά μέσα στο μυαλό ενός manarchist
Ο σεξισμός είναι ένα θέμα που έχει αποδειχθεί ότι έχει προκαλέσει πολλές διενέξεις και διαχωρισμούς μέσα στην αναρχική κοινότητα. Όλο και περισσότερες γυναίκες μέσα στα χρόνια, έχουν θέσει, μεταξύ άλλων, το αίτημα – εν είδει άμυνας προς την αρσενική “ηγεσία” που κυριαρχεί στους αναρχικούς κύκλους – το να συμπεριληφθεί ο αγώνας ενάντια στη σεξιστική καταπίεση στην αναρχική ατζέντα. Στη θεωρία, η αναρχία αντιτίθεται σε κάθε μορφή καταπίεσης, οπότε μου φαίνεται και κάπως ειρωνικό το να έχουν ξοδέψει οι γυναίκες τόσο πολύ από το χρόνο τους στις προσπάθειές τους να πείσουν τους αναρχικούς άνδρες για αυτό που μοιάζει προφανές.
Για τις γυναίκες, η σεξιστική καταπίεση είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να αντιμετωπίζουν σε καθημερινή βάση× αυτό συμβαίνει, λόγω του ότι στη ζωή τους αντιμετωπίζονται ως αντικείμενα, χλευάζονται και εξαναγκάζονται σε σιωπή, βιάζονται και δολοφονούνται από τους άνδρες και επιπλέον περιορίζονται σε ένα στάτους δεύτερης τάξης από μια αρσενική ιεραρχία που βλέπει τις γυναίκες ως αντικείμενα προς κτήση. Για τους άνδρες, η πολυτέλεια του να αγνοούμε αυτές τις βαρβαρότητες και να αποφεύγουμε την ενεργή συμμετοχή στον αντι-σεξιστικό αγώνα είναι μια αντανάκλαση του δικού μας προνομίου. Είναι σχεδόν αδύνατον για τους άνδρες το να αποφύγουν τη σεξιστική διαπαιδαγώγηση της αρσενικής ανώτερης κουλτούρας και ο σεξισμός δεν εξαφανίζεται έτσι απλά από αυτούς επειδή αποκαλούν τους εαυτούς τους “αναρχικούς” και χρίζουν εαυτούς ως “απελευθερωμένους”. Αυτό που θα έκανε πιο πιθανό το να συνειδητοποιήσουν την απειλή της σεξιστικής καταπίεσης, θα ήταν για ένα αρκετά μεγάλο αριθμό ανδρών να σπάσουν τους δεσμούς τους με την κυρίαρχη κουλτούρα της ανωτερότητας, να την αναγνωρίσουν και να δουλέψουν για να ξεπεράσουν τις ίδιες τους τις σεξιστικές συμπεριφορές και νοοτροπίες, να υποστηρίξουν τις γυναίκες στην καθημερινότητά τους και να μιλήσουν σε άλλους άνδρες για την εναντίωση στο σεξισμό. Στην κοινωνία, πολύ λίγοι άνδρες είναι διατεθειμένοι να σπάσουν τη σιωπή που συντηρεί την κουλτούρα της βίας που οι άνδρες έχουν επιβάλει στις γυναίκες. Η πατριαρχική κουλτούρα έχει εκπαιδεύσει τους άνδρες είτε “να κοιτάνε τη δουλειά τους” και να αγνοούν την επιδημική βία που εξαπολύουν στις γυναίκες ή να την αποδέχονται ως αυτονόητη και, έτσι, να κατηγορούν τις γυναίκες για αυτό που οι άνδρες κάνουν εναντίον τους. Η σιωπή των ανδρών, καθώς και η σιωπή των γυναικών, που τους επιβάλλεται, μας έχει επιτρέψει το να αρνούμαστε την ύπαρξη του θέματος, κρύβοντας τον εαυτό μας πίσω από το δάχτυλό μας, προσποιούμενοι ότι δεν υπάρχει κανένα ζήτημα.
Πολλοί άνδρες πιστεύουν ότι, επειδή δε συμμετέχουν άμεσα και με φυσικό τρόπο στη βία εναντίον των γυναικών, θα έπρεπε να απαλλαχθούν από την κατηγορία της άμεσης συνεργίας σε τέτοιες πράξεις. Ωστόσο, οι βιασμοί, οι δολοφονίες και η κακοποίηση των γυναικών δεν αναπαριστούν παρά μόνο τη μία πλευρά της σεξιστικής καταπίεσης της οποίας την άλλη πλευρά αποτελούν τα ταπεινωτικά σεξιστικά λόγια, οι συμπεριφορές ελέγχου και κακομεταχείρισης, οι συναινετικές νοοτροπίες και η αρσενική σιωπή που συντηρεί ένα περιβάλλον που ενθαρρύνει τους άνδρες να ασκούν φυσική βία ενάντια στις γυναίκες.
Θυμάμαι ένα περιστατικό που συνέβη πέρυσι, στο Central Park, στη Νέα Υόρκη. Ανάμεσα σε ένα πλήθος χιλιάδων ανθρώπων, μια μικρότερη ομάδα ανδρών, πολλοί από τους οποίους δεν γνωρίζονταν καν μεταξύ τους, άρπαξαν την ευκαιρία εκμεταλλευόμενοι την πολυκοσμία και άρχισαν να βάζουν χέρι, να παρενοχλούν και, βασικά, να βιάζουν γυναίκες τυχαία μέσα στο πλήθος. Όχι μόνο δεν παρενέβησαν άλλοι άνδρες στο περιστατικό αλλά πολλοί και από τους υπόλοιπους, όταν διαπίστωσαν ότι κάτι τέτοιο στην πραγματικότητα ήταν δυνατόν να γίνει και ότι θα μπορούσαν να ξεφύγουν χωρίς να τιμωρηθούν, ενίσχυσαν τη φρενίτιδα των υπολοίπων. Παρόμοια περιστατικά έχουν λάβει χώρα στο «Woodstock ’99» και σε ένα πρόσφατο παιχνίδι μπάσκετ των LA Lakers που έπειτα κατέληξε σε εξέγερση. Όταν, λοιπόν, οι άνδρες που ασκούν βία συμπεραίνουν εύκολα ότι δεν θα αντιμετωπίσουν καμία σημαντική αντίσταση από άλλους άνδρες, που τυχόν θα τους εμποδίσουν ώστε να μην επιτεθούν και να βιάσουν γυναίκες σε δημόσιους χώρους μέρα-μεσημέρι, αυτό σημαίνει ξεκάθαρα ότι η αρσενική σιωπή λειτουργεί σαν πράσινο φως ώστε να ασκηθεί βία στις γυναίκες.
Οι άνδρες αναρχικοί, που θέτουν εαυτούς ως εχθρούς της καταπίεσης, έχουν μια ευθύνη παραπάνω για να βελτιώσουν την κατάντια που αφήνει πίσω της η ευρύτερη, mainstream αρσενική κουλτούρα. Δυστυχώς, πολλοί άντρες αναρχικοί, πιο πολύ σαν τους ομόφυλούς τους στην κοινωνία, είναι μάλλον επιλεκτικοί στις μάχες που επιλέγουν να δώσουν× με το να προτιμούν να εστιάσουν την περισσότερη ενέργειά τους στο να παλέψουν τη δική τους εκμετάλλευση και με το να αποφεύγουν τη συμμετοχή σε αγώνες απελευθέρωσης που θα απαιτούσαν από αυτούς να αλλάξουν τις συμπεριφορές και τις νοοτροπίες τους. Πολλοί “αναρχικοί” άνδρες τείνουν να δουν το σεξισμό ως ένα θέμα που είναι δευτερεύον για την ταξική πάλη (η οποία είναι η δική τους πάλη) και επιμένουν ότι αν εστίαζαν την ενέργειά τους στον αγώνα ενάντια στο σεξισμό θα τους αποσπούσε από την “Επανάσταση”, η οποία συχνά ορίζεται ως ο ένδοξος ταξικός αγώνας ενάντια στο “Κράτος” και το “Κεφάλαιο”. Ότι πολλοί αναρχικοί τείνουν να ορίσουν το “Κράτος” και το “Κεφάλαιο” σαν τους καταπιεστές, δείχνει μια προκατάληψη σε σχέση με τη δική τους ταξική εκμετάλλευση. Για πολλούς άνδρες αναρχικούς, πολλοί εκ των οποίων είναι επίσης λευκοί, νέοι, αρτιμελείς και ετερο-σεξουαλικοί, η ταξική εκμετάλλευση αποτελεί το μόνο πεδίο που βιώνουν μια θεσμική καταπίεση. Βασισμένοι αποκλειστικά στη δική τους ταξική εκμετάλλευση, οι άνδρες αναρχικοί συχνά λανθασμένα συμπεραίνουν ότι οι μπάτσοι, τα CEOs (τα διευθυντικά στελέχη επιχειρήσεων), οι ιδιοκτήτες γης, τα αφεντικά και οι πολιτικοί που ασκούν την εξουσία πάνω τους είναι οι μοναδικοί εξουσιαστές. Συμπεραίνοντας ότι τα καπιταλιστικά παράσιτα και οι επίσημοι αντιπρόσωποι της κρατικής καταστολής έχουν κατά κάποιο τρόπο το μονοπώλιο της καταπίεσης, οι αναρχικοί αγνοούν και παραβλέπουν ένα τεράστιο πεδίο καταπίεσης που θα έπρεπε να είναι αντικείμενο στόχευσης από τον αναρχισμό.
Αυτός ο περιορισμένος, αρσενικός λευκός ορισμός του ποιος είναι ο καταπιεστής δε συμπεριλαμβάνει τυπικά το ευρύτερο πεδίο των ρατσιστών, σεξιστών και ομοφοβικών καταπιεστών που είναι διασκορπισμένοι σε μεγάλους αριθμούς μέσα σε όλες τις τάξεις του πολιτισμού μας, ακόμη και μέσα στο κίνημά μας. Και τι συμβαίνει με τους βιαστές και όσους κακοποιούν παιδιά οι οποίοι έχουν παρεισφρήσει στις κοινότητές μας, εύκολα μεταμφιεσμένοι ως πατέρες, αδερφοί, σύζυγοι, θείοι και ερωτικοί σύντροφοι; Ή με τους μισογυνιστές κήρυκες της Βίβλου οι οποίοι απευθύνονται στα μυαλά και τις “ψυχές” των ανδρών της κοινωνίας μας, ενθαρρύνοντάς τους επιπλέον στο να γίνουν ομοφοβικοί, που επιτίθενται και δολοφονούν queers σε στενά σοκάκια πίσω από τα μπαρ και βάζουν βόμβες σε κλινικές έκτρωσης; Και τι γίνεται με τις οργανωμένες ρατσιστικές ομάδες: τους της Κου-Κλουξ-Κλαν και τους νεοναζί που βρωμίζουν τον τόπο με την αισχρή παρουσία και ιδεολογία τους; Αντλώντας μόνο από τη στατιστική, η πλειοψηφία αυτών των “κυνηγών” είναι ετερο-σεξουαλικοί λευκοί άνδρες, η ίδια δημογραφική ομάδα που ελέγχει και το “Κράτος” και τον “Καπιταλισμό” και, κατά τραγική ειρωνεία, τις ηγετικές θέσεις του αναρχικού κινήματος.
Μήπως επειδή δεν έχουν σήματα που να δείχνουν τη θέση τους κάπου μέσα στην κρατική εξουσία, ή επειδή δεν είναι ευκατάστατοι ιδιοκτήτες, ή απλά επειδή δεν ασκούν εξουσία πάνω σε μας που είμαστε λευκοί στρέιτ, δε θα έπρεπε να ανησυχούμε γι αυτούς τους “κυνηγούς”;
Μάλλον θα είμαστε σε άγνοια αν συμπεράνουμε ότι “καταστρέφοντας το Κράτος” και “καταργώντας τον Καπιταλισμό”, ως μόνες στρατηγικές της αναρχικής επανάστασης, θα μας έκανε και να ξεφορτωθούμε κάπως αυτούς τους τύπους. Στην πραγματικότητα, για να είμαστε ειλικρινείς, ανατριχιάζω όταν σκέφτομαι τον τρόμο που θα εξαπολυόταν με την πραγμάτωση ενός χαοτικού πολεμοχαρούς σεναρίου, μέσα στα συμφραζόμενα μιας ήδη βίαιης, ρατσιστικής, σεξιστικής και ομοφοβικής κοινωνίας. Οι συνθήκες που επιβάλλονται κατά τη διάρκεια του πολέμου ανοίγουν διάπλατα τις πόρτες για τις οργανωμένες, αντι-ομοφυλοφιλικές, ρατσιστικές πολιτοφυλακές καθώς και σε εκείνους που ψάχνουν τη λεία τους στις γυναίκες, τα παιδιά, τους ηλικιωμένους και τους ανάπηρους. Ένα μάτσο λευκοί, προνομιούχοι τύποι, αρκετά απομακρυσμένοι από τις πραγματικότητες της συστηματικής βίας, με καμιά οικειότητα από την κατανόηση της καταπίεσης των άλλων, ώστε να καταλάβουν τι είναι η εξουσία, επιλέγουν το να επιβάλλουν περισσότερη βία στις κοινότητες των ανθρώπων, για τους οποίους και τις οποίες η βία είναι ήδη μια καθημερινότητα× κάτι βέβαια που είναι αλαζονικό και εξουσιαστικό.
Δηλώνω, για την ιστορία, ότι δεν προτείνω τον πασιφισμό, καθώς δεν είμαι πασιφιστής, και ποτέ δε θα αποθαρρύνω οποιονδήποτε από το δικαίωμά του να χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε μέσα είναι αναγκαία για να υπερασπιστεί τον εαυτό του ή κάποιον άλλο. Ωστόσο, δε θα πέσω στη λούμπα να δοξάσω τη βία ή να ρομαντικοποιήσω τον πόλεμο. Ούτως ή άλλως, βέβαια, πιστεύω ότι ένα αποδιοργανωμένο, ελιτίστικο κίνημα απείθαρχων λευκών παιδιών, με καμία σημαίνουσα επιρροή στο κοινωνικό, δύσκολα θα ήταν ικανό να ρίξει το Κράτος.
Αυτό που προτείνω, ωστόσο, είναι ότι εμείς, ως προνομιούχοι άνδρες, να αναγνωρίζουμε ότι προερχόμαστε από θέσεις σχετικού βολέματος, το οποίο έχει αποκτηθεί από τη συστηματική καταπίεση των γυναικών και των παιδιών, των έγχρωμων κοινοτήτων, της queer κοινότητας και των άλλων περιθωριοποιημένων μελών της κοινωνίας. Πρέπει να μάθουμε να παραιτούμαστε από τις δικές μας θέσεις εξουσίας τις οποίες δε θέλουμε, και να αρχίζουμε να στηρίζουμε άλλες κοινότητες και άτομα, που βασίζονται στις δικές τους ανάγκες, τις οποίες και θα ορίσουν οι ίδιοι και οι ίδιες. Ο αγώνας μας ενάντια στο “Κράτος” και τον “Καπιταλισμό” απλώς δεν αναπαριστά την ολότητα του αναρχικού αγώνα ενάντια σε μια ολόκληρη κουλτούρα κυριαρχίας. Με το να αποκλείουν τους φεμινιστικούς, αντιρατσιστικούς και queer απελευθερωτικούς αγώνες ως “μονόπλευρους” ή “ρεφορμιστικούς”, οι λευκοί, ετεροσεξουαλικοί άνδρες περιορίζουν τον αναρχικό αγώνα στο δικό τους αγώνα, ενάντια στους δικούς τους εκμεταλλευτές, ο οποίος είναι από μόνος του, βέβαια, “μονόπλευρος” και “ρεφορμιστικός”, καθώς και ελιτίστικος και εξουσιαστικός και, τέλος, οτιδήποτε άλλο ενάντια στο οποίο η ίδια η Αναρχία αντιστέκεται.